Πριν 12 χρόνια, το ΔΣ του Συλλόγου Πτυχιούχων Επιστήμης Υπολογιστών Πανεπιστημίου Κρήτης, είχε αποστείλει ανοικτή επιστολή στον τότε Υπουργό Παιδείας (νυν πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ) κ. Γιώργο Παπανδρέου. Αφιερωμένο
στους συνδικαλιστές της ΟΛΜΕ που θέλουν να μας επαναφέρουν στο αμαρτωλό παρελθόν... :
Σύλλογος Πτυχιούχων Επιστήμης Υπολογιστών
Πανεπιστημίου Κρήτης Ανοικτή επιστολή προς τον
Υπουργό Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων κ. Γεώργιο Παπανδρέου
Ηράκλειο, 25 Ιουλίου 1996
Αξιότιμε κύριε Υπουργέ,
Αισθανόμαστε την ανάγκη να σας καταστήσουμε κοινωνούς ενός ιδιαίτερα σοβαρού προβλήματος που αντιμετωπίζουμε ως επιστήμονες πληροφορικής και άπτεται των αρμοδιοτήτων σας ως ΥΠ.Ε.Π.Θ. Αποτελεί, όμως, και μείζον θέμα ηθικής τάξεως αφού αφορά στην αποκατάσταση των λειτουργών ενός επιστημονικού χώρου που βρίσκεται στην καρδιά της σύγχρονης εξέλιξης και παίζει καθοριστικό ρόλο στην προσπάθεια για εκσυγχρονισμό της ελληνικής οικονομίας και μακροπρόθεσμα της ελληνικής κοινωνίας. Αναφερόμαστε στην άνιση και άδικη μεταχείριση των αποφοίτων των τμημάτων πληροφορικής σχετικά με τη δυνατότητα διορισμού τους στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση για την κάλυψη θέσεων διδασκαλίας πληροφορικής, όταν θα έπρεπε να τις καταλαμβάνουν κατ' αποκλειστικότητα.
Με το Π.Δ. 118/7-4-1995, ορίζεται ότι στις επετηρίδες των κλάδων πληροφορικής ΠΕ19 και ΠΕ20, έχουν δικαίωμα εγγραφής οι απόφοιτοι τμημάτων πληροφορικής Α.Ε.Ι. και Τ.Ε.Ι. αλλά επιπλέον και απόφοιτοι οποιουδήποτε τμήματος με πιστοποιημένη εμπειρία στη διδασκαλία πληροφορικής (16μηνη διδακτική εμπειρία). Επιπλέον, οι κάτοχοι πτυχίου "καθηγητικής σχολής" ή ΠΑΤΕΣ/ΣΕΛΕΤΕ, προτάσσονται των υπολοίπων για διορισμό. Επειδή, όμως, οι πτυχιούχοι των τμημάτων πληροφορικής "δεν θεωρούνται απόφοιτοι καθηγητικής σχολής", μειονεκτούν έναντι των υπολοίπων. Το πρακτικό αποτέλεσμα είναι να διορίζονται ως καθηγητές πληροφορικής καθηγητές άλλων ειδικοτήτων (δηλαδή, μαθηματικοί, φυσικοί, φιλόλογοι, ακόμη και θεολόγοι και γυμναστές) κατά προτεραιότητα, ενώ οι πραγματικά ειδικοί, οι απόφοιτοι των τμημάτων πληροφορικής, παραμένουν αδιόριστοι. Η μόνη λύση, για να τύχουν της ίδιας αντιμετώπισης με τους υπόλοιπους, είναι να φοιτήσουν στην ΠΑΤΕΣ/ΣΕΛΕΤΕ. Αλλά με τους ρυθμούς εισδοχής των ενδιαφερομένων σε αυτήν, χρειάζεται να περιμένουν για χρόνια.
Είναι πασίδηλο ότι πρακτικά αποκλειόμαστε, εμείς, οι ειδικοί της πληροφορικής από τους μη ειδικούς για τη στελέχωση των θέσεων πληροφορικής στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Εκτιμούμε ότι η κατάσταση αυτή πλήττει το επιστημονικό μας κύρος και ουσιαστικά θέτει υπό αμφισβήτηση την παρεχόμενη εκπαίδευση στα τμήματα πληροφορικής της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Κυρίως, όμως, υποθηκεύει την ποιότητα της παρεχόμενης εκπαίδευσης στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Επιτρέψτε μας να δικαιολογήσουμε την θέση μας αυτή.
Καταρχάς, το περιεχόμενο των σπουδών μας, αλλά και η ίδια η φύση των τμημάτων μας, εγγυώνται την αναγκαία παιδαγωγική κατάρτιση για να διδάξουμε στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Τουλάχιστον για το Τμήμα Επιστήμης Υπολογιστών του Πανεπιστημίου Κρήτης, η κατεύθυνση βασικών σπουδών και το πρόγραμμα παιδαγωγικών μαθημάτων είναι τα ίδια ακριβώς με τα αντίστοιχα των υπολοίπων τμημάτων της Σχολής Θετικών Επιστημών στην οποία είναι ενταγμένο. Σημειώνουμε εδώ, ότι το Πρυτανικό Συμβούλιο του Πανεπιστημίου Κρήτης, στη συνεδρίασή του στις 24-2-1993, πιστοποιεί με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο τα παραπάνω και ζητά την άμεση άρση των νομικών εμποδίων για τον άμεσο διορισμό μας. Κι όμως, την ίδια στιγμή που οι μαθηματικοί, οι φυσικοί, οι χημικοί και οι βιολόγοι που αποφοιτούν από τα αντίστοιχα τμήματα της Σχολής Θετικών Επιστημών, μπορούν χωρίς κανένα περιορισμό ή επιπλέον προϋποθέσεις, να διδάξουν μαθηματικά, φυσική, χημεία και βιολογία αντίστοιχα, στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, οι απόφοιτοι του Τμήματος Επιστήμης Υπολογιστών θεωρούνται παιδαγωγικά ανεπαρκείς και αντί αυτών διδάσκουν πληροφορική μέχρι και θεολόγοι ή γυμναστές.
Είναι πιστεύουμε ευρύτερα γνωστό το επιστημονικό κύρος των διδασκόντων στα τμήματα πληροφορικής. Το επίπεδο των εισαγομένων σε αυτά πιστοποιείται από το γεγονός ότι από την ίδρυσή τους μονοπωλούν τις υψηλότερες βάσεις εισαγωγής. Όμως και το επίπεδο των αποφοίτων τους είναι υψηλότατο και αρκετοί από αυτούς συνεχίζουν τις σπουδές τους στα καλύτερα πανεπιστήμια της Βορείου Αμερικής και της Ευρώπης. Και όμως, το Π.Δ. 118/7-4-1995, θεωρεί ότι 16μηνη διδακτική εμπειρία είναι ουσιαστικά ισοδύναμη με το δικό μας πτυχίο και αναγνωρίζει όσους έχουν μια τέτοια διδακτική εμπειρία ως "ειδικούς" να διδάξουν πληροφορική. Με βάση ποια λογική ένα πανεπιστημιακό πτυχίο θεωρείται ισοδύναμο με μια βεβαίωση διδασκαλίας; Σημειώστε δε, ότι σε πολλά από τα επιμορφωτικά σεμινάρια για τους υπηρετούντες καθηγητές πληροφορικής, εισηγητές είναι όχι απόφοιτοι, αλλά απλοί φοιτητές τμημάτων πληροφορικής. Δηλαδή, μέχρι και οι απλοί φοιτητές των τμημάτων μας μπορούν να επιμορφώνουν τους διδάσκοντες την πληροφορική στα γυμνάσια και τα λύκεια, αλλά εμείς οι απόφοιτοι δεν μπορούμε να διδάξουμε κατευθείαν τους μαθητές!
Η διδασκαλία της πληροφορικής στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση έχει μια ιστορία δέκα ετών. Ξεκίνησε στα Ενιαία Πολυκλαδικά Λύκεια το 1985, με το μάθημα "Εισαγωγή στους Υπολογιστές και την Πληροφορική" που διδάσκεται ακόμη και σήμερα στην Β' τάξη. Τότε, λόγω ανυπαρξίας αποφοίτων πληροφορικής επελέγησαν αναγκαστικά καθηγητές διαφόρων ειδικοτήτων οι οποίοι μετά την παρακολούθηση σεμιναρίων δίδαξαν το αντικείμενο αυτό. Με τον ίδιο μηχανισμό στελεχώθηκαν με διδακτικό προσωπικό οι κλάδοι πληροφορικής στα ίδια λύκεια και τα τμήματα ειδίκευσης. Αργότερα, επεκτάθηκε η διδασκαλία της πληροφορικής στα γυμνάσια, σχεδιάζεται η εισαγωγή της στα λύκεια, χωρίς να ξεχνάμε και τα τμήματα των Ινστιτούτων Επαγγελματικής Κατάρτισης.
Εργαστήρια σημαντικού κόστους δημιουργήθηκαν για να καλύψουν τις ανάγκες πρακτικής εξάσκησης στις σχολικές μονάδες. Με λίγα λόγια, μια αξιόλογη επένδυση πραγματοποιήθηκε, εκ μέρους του υπουργείου σας, προκειμένου να εξασφαλιστεί η αναγκαία υποδομή για να έρθουν σε επαφή οι νέοι άνθρωποι με την πληροφορική. Εξίσου σημαντική ήταν και η επένδυση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση για να αποκτήσει επιτέλους η χώρα μας το αναγκαίο επιστημονικό και τεχνικό δυναμικό στον κρίσιμο αυτό τομέα. Θα περίμενε λοιπόν κανείς, ότι οι δύο αυτές παράλληλες προσπάθειες θα λειτουργούσαν συμπληρωματικά: Όταν τα τριτοβάθμια ιδρύματα θα άρχιζαν να βγάζουν τους πρώτους απόφοιτους, θα τους αξιοποιούσε πρώτα πρώτα το ίδιο το Υπουργείο Παιδείας για να αποκτήσει η πληροφορική στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση το χαρακτήρα που θα έπρεπε να έχει. Αλλιώς, τι άλλο από σπατάλη οικονομικών και ανθρώπινων πόρων θα ήταν και η μια και η άλλη προσπάθεια;
Κι όμως, όταν μετά από την πρώτη περίοδο διδασκαλίας της πληροφορικής στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση δημιουργήθηκαν οργανικές θέσεις πληροφορικής, οι ειδικοί αγνοήθηκαν. Αυτό συνεχίζεται και σήμερα με το Π.Δ. 118/7-4-1995. Δημιουργείται, έτσι, μια μη αναστρέψιμη πραγματικότητα. Διότι σήμερα πλέον, μιλάμε για οργανικές θέσεις που καλύπτονται από τους μη ειδικούς. Πράγμα που σημαίνει ότι η κατάσταση που διαμορφώνεται θα συνεχίσει να υφίσταται για τα επόμενα τριάντα χρόνια τουλάχιστον. Αν αναλογιστεί κανείς ότι η πληροφορική κινείται ως επιστήμη με ιλιγγιώδεις ρυθμούς, και την αδυναμία των ανθρώπων αυτών να παρακολουθήσουν αυτή την εξέλιξη, συμπεραίνει ότι πρόκειται για μια πορεία που μακροπρόθεσμα στερεί από το εκπαιδευτικό μας σύστημα κάθε δυνατότητα εκσυγχρονισμού και προσφοράς ουσιαστικών γνώσεων στους σημερινούς και αυριανούς μαθητές στο αντικείμενο της πληροφορικής.
Η πληροφορική, ως επιστήμη και τεχνολογία, έχει μια ιδιαιτερότητα: Από τη φύση της είναι πολύτιμο εργαλείο για όλες τις άλλες επιστήμες αλλά, όπως καθημερινά αποδεικνύεται έμπρακτα, και για κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα που παράγει, διαχειρίζεται ή διακινεί δεδομένα και πληροφορίες. Αυτό, εξάλλου, καθιστά αναγκαία την εξοικείωση στο αντικείμενο όλων και κυρίως των νέων, ώστε να ανταποκριθούν στις σύγχρονες ανάγκες. Τούτο, όμως, δεν σημαίνει ότι ένας καλός χρήστης της πληροφορικής θεωρείται και επιστήμονας πληροφορικής. Η εμπειρική γνώση της χρήσης ενός υπολογιστικού συστήματος, που κατά κανόνα περιορίζεται σε ένα μικρό φάσμα συγκεκριμένων εφαρμογών, δεν σημαίνει γνώση της πληροφορικής ως αυτόνομης επιστήμης. Αυτή την εμπειρική γνώση μόνο διαθέτουν (και αν τη διαθέτουν) όσοι, εκμεταλλευόμενοι τις διατάξεις του Π.Δ. 118/7-4-1995, έχουν ήδη καταλάβει οργανικές θέσεις πληροφορικής. Είναι φυσικό, λοιπόν, να περιορίζονται στην απλή παρουσίαση των σχολικών εγχειριδίων και αυτή συχνά πλημμελή. Όμως, ο ρόλος του καθηγητή δεν είναι αυτός. Δεν είναι δυνατόν να μένει μακριά από τις σύγχρονες εξελίξεις. Είναι τραγικό να αποστρέφεται τους φιλόπονους μαθητές του οι οποίοι ασχολούμενοι τις ελεύθερες ώρες τους με τον υπέροχο και δημιουργικό κόσμο των υπολογιστών τον προσεγγίζουν γεμάτοι απορίες και ανησυχίες, επειδή δεν μπορεί να τους απαντήσει. Είναι κωμικό να μην έχει βασικές γνώσεις για να υποστηρίξει τη λειτουργία ενός εργαστηρίου και να την υποκαθιστά με την από πίνακα παράδοση. Μηχανήματα και λογισμικό σημαντικού κόστους μένουν αχρησιμοποίητα και στις περιπτώσεις που γίνεται προσπάθεια να χρησιμοποιηθούν, η έλλειψη στοιχειωδών τεχνικών γνώσεων προκαλεί βλάβες που τα αχρηστεύουν ή απαιτούν επιπλέον έξοδα για την αποκατάστασή τους.
Όσα μέχρις εδώ περιγράψαμε είναι λίγο πολύ προφανή. Όμως, εκτός αυτών, επιτρέψτε μας να θέσουμε και ένα άλλο, σημαντικότερο ίσως, αλλά όχι τόσο προφανές πρόβλημα που δημιουργείται. Είναι η αποψίλωση της περιφέρειας από ικανούς επιστήμονες που επιθυμούν να προσφέρουν το νεανικό ενθουσιασμό τους και τις πολύτιμες επιστημονικές τους γνώσεις στον εκσυγχρονισμό των τοπικών κοινωνιών. Δυστυχώς η χώρα μας, όπως πολύ καλά γνωρίζετε, και στον κρίσιμο τομέα της πληροφορικής, αν και διαθέτει άριστα καταρτισμένο ανθρώπινο δυναμικό δεν έχει κατορθώσει να αναπτύξει τις παραγωγικές εκείνες δραστηριότητες που θα επέτρεπαν την καλύτερη αξιοποίησή του. Οι λίγες αξιόλογες εταιρείες πληροφορικής δραστηριοποιούνται στην Αθήνα. Συνακόλουθα, οι απόφοιτοι αναγκάζονται να αναζητήσουν εργασία στην πρωτεύουσα. Δημιουργείται, έτσι, ένα ιδιότυπο μεταναστευτικό ρεύμα προς το κέντρο. Παρά τους συνήθως ικανοποιητικούς ονομαστικούς μισθούς, το βιοτικό επίπεδο ουσιαστικά υποβαθμίζεται από τα αυξημένα έξοδα και καθίσταται αδύνατος ο μακροπρόθεσμος προγραμματισμός για την ίδια τη ζωή τους. Επιπλέον, συχνές είναι και οι περιπτώσεις υποαπασχόλησης ή ετεροαπασχόλησης. Δεν είναι σχήμα λόγου, λοιπόν, να ισχυριστεί κανείς ότι συντελείται ένας πρωτοφανής κατακερματισμός του κοινωνικού ιστού της περιφέρειας. Ο διορισμός των αποφοίτων μας στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση θα ανέκοπτε το ρεύμα αυτό και θα συνέβαλε στην συγκράτηση ικανών επιστημόνων στον τόπο καταγωγής τους.
Κύριε Υπουργέ,
Η κατάσταση έχει πλέον φτάσει σε κρίσιμο σημείο. Η σημερινή μας παρέμβαση δεν είναι η πρώτη. Κατ' επανάληψη έχουμε έλθει σε επαφή με τους αρμόδιους υπαλλήλους του υπουργείου σας, και πρόσφατα με τον Γενικό Γραμματέα κ. Πανάρετο. Δυστυχώς όμως κανένα συγκεκριμένο αποτέλεσμα δεν σημειώθηκε. Δεν σας κρύβουμε, ότι πολλοί από τους αποφοίτους μας αισθάνονται δικαιολογημένη, πιστεύουμε, αγανάκτηση αφού ούτε ένα έγγραφο ή έστω προφορική διατύπωση που να δικαιολογεί τη σημερινή κατάσταση δεν έχουμε δεχτεί.
Κύριε Υπουργέ,
Η επιστημονική μας συνείδηση και αξιοπρέπεια δεν μας επιτρέπουν διεκδικήσεις με τις συνήθεις φωνασκίες ή παλικαρισμούς. Η ίδια, όμως, συνείδηση και αξιοπρέπεια υπαγορεύουν την ενεργοποίησή μας για την αποτροπή των κινδύνων που συνεπάγεται η μέχρι σήμερα πορεία. Επόμενο ήταν να ξεκινήσουμε μια προσπάθεια διά της δικαιοσύνης ώστε να αποτρέψουμε τη συντελούμενη υπονόμευση της παρεχόμενης εκπαίδευσης στην πληροφορική στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Έχουμε ήδη προβεί σε προσφυγή στο Συμβούλιο της Επικρατείας κατά διατάξεων του Π.Δ. 118/7-4-1995 και έχουμε ενημερώσει σχετικά τον Γενικό Γραμματέα κ. Πανάρετο. Πεποίθησή μας, όμως, είναι ότι ο χώρος όπου θα χαραχθεί μια μακρόπνοη, σύγχρονη εκπαιδευτική πολιτική που θα απαντά στις προκλήσεις των καιρών δεν είναι τα δικαστήρια. Γι΄ αυτό απευθυνόμαστε σε σας προσωπικά. Είναι γνωστές εξάλλου τόσο οι θέσεις όσο και η πρακτική σας στον ευαίσθητο χώρο της παιδείας που με συνέπεια υπηρετείτε.
Κύριε Υπουργέ,
Είμαστε σίγουροι, ότι όσα σας εκθέσαμε ως αιτήματα, θα συμφωνήσετε κι εσείς ότι είναι αυτονόητα. Σεβόμενοι τον πολύτιμο χρόνο σας δεν επιθυμούμε να επεκταθούμε περισσότερο. Ελπίζουμε ότι ανταποκρινόμενος στη πρωτοβουλία μας θα επιδιώξετε μια άμεση ενημέρωση όπου θα σας εκθέσουμε τις θέσεις και τις προτάσεις μας όχι μόνο για το πρόβλημα που σας περιγράψαμε αλλά και για ένα ευρύ φάσμα θεμάτων σχετικά με την εκπαίδευση και την κατάρτιση στην πληροφορική στη χώρα μας.
Είμαστε στη διάθεσή σας και αναμένουμε.
Ο Πρόεδρος | Η Γραμματέας |
|
|
Νεκτάριος Μουμουτζής | Χαρά Ξανθάκη |